Αλόη βέρα - ασπαρτάμη: Τι σημαίνει ότι είναι "πιθανώς καρκινογόνα"




Της Βίκυς Κουρλιμπίνη

Στις 14 Ιουλίου η ασπαρτάμη αναμένεται πως θα καταχωρηθεί -για πρώτη φορά από τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο, τον ερευνητικό βραχίονα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον καρκίνο- ως "πιθανώς καρκινογόνα για τον άνθρωπο" (στην κατηγορία ενδεχόμενο καρκινογόνο τύπου 2Β για την ακρίβεια.

Δεν είναι όμως μόνο το γνωστό γλυκαντικό- το οποίο μάλιστα χρησιμοποιείται σήμερα σε πάνω από έξι χιλιάδες προϊόντα, που αναφέρει ΠΟΥ. Και η αλόη βέρα (συγκεκριμένα, ο φλοιός του φυτού έχει ανθρακινόνες, ουσίες που περιλαμβάνονται στην ομάδα των πιθανά καρκινογόνων) ενδέχεται να ενταχθεί στις πιθανώς καρκινογόνες ουσίες.

Οι τέσσερις ομάδες της λίστας με τα καρκινογόνα προϊόντα
Ο κατάλογος των πιθανών καρκινογόνων ουσιών του ΠΟΥ συντάσσεται από τον ερευνητικό του βραχίονα για τον καρκίνο, τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC). Συνδυάζοντας επιστημονικά στοιχεία από μελέτες σε ανθρώπους και σε ζώα με άλλα σχετικά δεδομένα, όπως πιθανούς μηχανισμούς καρκινογένεσης, γίνεται κατηγοριοποίηση σε τέσσερις πιθανές ομάδες.

Ομάδα 1 – καρκινογόνα για τον άνθρωπο. Περιλαμβάνει αλκοόλ, ορισμένους τύπους HPV και την ιονίζουσα ακτινοβολία.

Ομάδα 2Α – πιθανώς καρκινογόνα για τον άνθρωπο. Περιλαμβάνει το κόκκινο κρέας, τη νυχτερινή εργασία και την εξωτερική ατμοσφαιρική ρύπανση.

Ομάδα 2Β – πιθανώς καρκινογόνα για τον άνθρωπο. Σεν αυτή την ομάδα αναμένεται να συμπεριληφθεί η ασπαρτάμη. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται επίσης η αλόη βέρα, αλλά και η βενζίνη diesel, κάποια πλαστικά, κάποια αντισυλληπτικά με προγεστερόνη, αλλά και το τουρσί και η ναφθαλίνη.

Ομάδα 3 –δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία καρκινογένεσης σε ανθρώπους ή ζώα. Εδώ συναντάμε τα εμφυτεύματα σιλικόνης για το στήθος και τις βαφές μαλλιών.

Για όσα περιλαμβάνονται στην ομάδα 2Β ειδικότερα, είναι απαραίτητο να είναι διαθέσιμα "περιορισμένα στοιχεία καρκινογένεσης στον άνθρωπο και επαρκή στοιχεία καρκινογένεσης σε πειραματόζωα". Προϊόντα και ουσίες θα μπορούσαν επίσης να εμπίπτουν σε αυτήν την κατηγορία, ακόμη και αν δεν υπάρχουν άμεσες ενδείξεις για τις καρκινογόνες επιπτώσεις τους στον άνθρωπο, εφόσον υπάρχουν επίσης ισχυρές ενδείξεις ότι ο μηχανισμός στα ζώα ισχύει και για τους ανθρώπους.

Γιατί η αλόη βέρα μπήκε στο στόχαστρο
Η αλόη βέρα προστέθηκε στην ομάδα 2Β μετά από διετή μελέτη σε αρουραίους που διαπίστωσε ότι όσοι έπιναν νερό με ένα εκχύλισμα των φύλλων της είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του παχέος εντέρου. Άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι ορισμένες χημικές ουσίες της αλόης μπορεί να βλάψουν το DNA - και επομένως πιθανώς να προκαλέσουν καρκίνο - στα έντερα τόσο των αρουραίων όσο και των ανθρώπων.

Έτσι, υπάρχουν ενδείξεις πιθανής καρκινογένεσης στα ζώα και αυτό θα μπορούσε θεωρητικά να συμβεί και σε ανθρώπους.

Τι λένε οι ειδικοί
Σύμφωνα με την αναπληρώτρια καθηγήτρια Κλινικής Φαρμακολογίας στο ΑΠΘ, Χρύσα Σαρδέλη, δεν πρέπει ούτε να βράζουμε ούτε να πολτοποιούμε αλλά ούτε και να ακουμπάμε πάνω μας την φλούδα της αλόης, ξεκαθαρίζοντας επίσης ότι τα προϊόντα με ζελέ αλόης δεν μας ανησυχούν καθώς η επάλειψη εξωτερικά δεν ενέχει κίνδυνο.

Όμως, όπως εξήγησε μιλώντας στην ΕΡΤ, αναφερόμενη στην πόσιμη αλόη, πολλές φορές για να αυξηθεί το κέρδος ή ακόμη και από άγνοια χρησιμοποιούνται μέρη του φυτού τοξικά. "Δυστυχώς τα συμπληρώματα δεν δοκιμάζονται κλινικά όπως τα φάρμακα κι επομένως δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι μαζί με το ζελέ της αλόης δεν περιέχεται και χυμός από την φλούδα", ανέφερε.

Πού χρησιμοποιείται η αλόη βέρα
Η αλόη είναι γνωστή για τις επουλωτικές, μαλακτικές, καθαρτικές ιδιότητές της. Ο χυμός της, που συλλέγεται με το κόψιμο των φύλλων στη ρίζα τους, έχει έντονη υπακτική και καθαρτική δράση. Το σημαντικότερο, όμως, είναι η γέλη που συλλέγεται με την πίεση των φύλλων.

Η νωπή γέλη αυτή είναι επουλωτικό των πληγών, αλλά βοηθά και στην αντιμετώπιση των εγκαυμάτων. Χρησιμοποιείται σε δερματικές παθήσεις, ενώ θεωρείται πως έχει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση, δρώντας κατά των ελεύθερων ριζών, ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα, έχει αντιφλεγμονώδη δράση, ενώ βοηθά και στη μείωση της χοληστερίνης.


Πηγή: Capital.gr